Αγαπητέ Αϊ-Βασίλη

Αγαπητέ Αϊ-Βασίλη, Παίρνω το θάρρος να σου γράψω για πρώτη φορά στη ζωή μου. Κι αυτό γιατί φέτος αντιλήφθηκα τη σπουδαιότητα της ύπαρξής σου. Κι ό,τι αυτή αντιπροσωπεύει. Ο μύθος, ο θρύλος, το παραμύθι, τα σύμβολα, η ελπίδα για την πραγματοποίηση ενός ονείρου, η πίστη για το θαύμα είναι το ΚΛΕΙΔΙ. Το κλειδί, εξάλλου, είναι ένα από τα εορταστικά στολίδια των ημερών. Είναι αυτό που ανοίγει καινούργιες πόρτες, που σε περνάει από το σκοτάδι του χειμώνα σε όλο και μεγαλύτερες μέρες. Στις 21 Δεκεμβρίου θα ζήσουμε τη μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου. Και οι νύχτες είναι των απολογισμών. Πολύ περισσότερο οι νύχτες στην καρδιά του χειμώνα και στην εκπνοή του χρόνου.
Δε θέλω να σου ζητήσω κάποιο υλικό δώρο. Θα σου ζητήσω κάτι φαινομενικά απλό, μα τελικά δύσκολο. Δεν το κάνω από πονηριά αλλά από ανάγκη. Θέλω την ησυχία μου! Αυτό θέλω.
Θέλω λιγότερη βλακεία. Μέχρι πρότινος πίστευα ότι ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου είναι ο εγωισμός του. Νομίζω πια πως πρόκειται για τη βλακεία. Γιατί ο εγωισμός του ανθρώπου μπορεί και να σπάσει. Η βλακεία όμως είναι ανίκητη. Αν αυτό που κάνει τον άνθρωπο να ξεχωρίζει από όλα τα άλλα είδη είναι η νοημοσύνη, εξίσου σημαντική ειδοποιός διαφορά είναι και η ανοησία.
Δε θέλω άλλες συζητήσεις για την οικολογική κρίση, για την οικονομική κρίση, για την πολιτική κρίση, για την κρίση στις ανθρώπινες σχέσεις. Κι εδώ κολλάει το σουξέ: «Κρίση! Με πιάνει κρίση!». Ανακαλύψαμε ομαδικώς την Αμερική! Να μας πιάσει η κρίση και να το φχαριστηθούμε κιόλας. Δεν το λέω χαιρέκακα, γιατί έτσι πρέπει να γίνει. Πώς αλλιώς να αποδειχτεί η σοβαρότητα; Οι ζωές μας είναι μακριές αλυσίδες που οι κρίκοι τους είναι τα ναι και τα όχι μας. Μάλλον η ανθρώπινη ανοησία έχει ροπή στα ναι. Είναι κι αυτό μια αρχή: Να λέμε περισσότερα όχι.
Δε θέλω άλλους γκουρού της οικολογίας να θέλουν με τις αμπελοφιλοσοφίες τους να μου βελτιώσουν τη ζωή, όταν η δική τους παραπαίει.
Δε θέλω άλλες γλυκανάλατες φωνούλες με γαμψά νύχια που παζαρεύουν τηλεφωνικώς κάρτες και δάνεια.
Δε θέλω άλλους υπηρεσιών που έχουν μετατρέψει την καρέκλα τους σε καταπέλτη και εκτοξεύουν την ανέραστη ζωή τους.
Δε θέλω άλλα αρχαιοελληνικά ή περίεργα ονόματα στα παιδάκια.
Δε θέλω άλλους ξερόλες.
Δε θέλω άλλους μονόλογους.
Δε θέλω τις προτάσεις που αρχίζουν από «εγώ». Να μιλάμε και να ακούμε. Να μη μιλάμε και πάλι να ακούμε.
Δε θέλω άλλη επίδειξη γνώσεων και ικανοτήτων.
Κουράστηκαν τ’ αυτιά μου! Κι επιτέλους, ποιος μας είπε ότι είμαστε τόσο σπουδαίοι; Μπορεί η μαμά μας, αλλά μεγαλώσαμε αρκετά, θα έλεγα. Κι άλλο η αθωότητα, άλλο η ανωριμότητα. Ανήλικοι ενήλικες…
Κοιτάω πίσω καμιά φορά για να δω τα «εξ αδιαιρέτου» που χτίζαμε κάποιοι –κοντινοί τότε– και διαπιστώνω ότι ήταν μόνο μια δική μου αυταπάτη. Και η ταβανοθεραπεία που ακολουθεί είναι επώδυνη, πιστέψτε με. Ειδικά όταν την ώρα που την κάνεις αρχίζουν να χτυπάνε οι καμπάνες της γειτονικής εκκλησίας. Οι ώρες κοινής ησυχίας γιατί δεν ισχύουν για τις εκκλησίες; Είναι άλλο να μ’ ενοχλεί το τρυπάνι του γείτονα κι άλλο η καμπάνα;
Αϊ-Βασίλη μου, δε θέλω μόνο την «κοινή ησυχία». Τη θέλω όλη την ησυχία. Θέλω να κοιμάμαι με τη δύση του ήλιου και να ξυπνάω με την ανατολή. Θέλω το σώμα μου να μυρίζει όπως η φύση κι όχι όπως μυρίζει η πόλη.
Θα σε περιμένω με το σωρό σου.
Ξέρω ότι θα έρθεις με το ΚΛΕΙΔΙ να κρέμεται από τη ζώνη σου.
Σ’ ευχαριστώ για τη δυνατότητα της άλλης όψης.

Υ.Γ. Εσύ σε ποιον στέλνεις γράμμα τέτοιες μέρες;

Μοιραστείτε: